Δευτέρα 28 Ιουλίου 2014

ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ



 Κυριακή μεσημέρι, αρχές Σεπτέμβρη. Καλοκαίρι είναι ακόμη... Ο Άγγελος, μόλις έχει βγει από το σπίτι του και αρχίζει να κατηφορίζει προς το αγαπημένο του στέκι. Ένα μικρό παραδοσιακό καφενεδάκι στο παλιό λιμάνι της Κέρκυρας, τον "Αντήρα". Εκεί, παρέα με τον καλό του φίλο και ιδιοκτήτη, τον κυρ Σταμάτη θα πιουν το καφεδάκι τους και θα αναλωθούν σε πάσης φύσεως κουβέντες, ως συνήθιζαν. Στον ώμο περασμένη η φωτογραφική του μηχανή. "Οι στιγμές είναι σαν μικρές πεταλούδες και η μηχανή μου, η απόχη που θα τις αιχμαλωτίσει" έλεγε με ζέση, δικαιολογώντας τη συνήθεια να την κουβαλά σχεδόν πάντα μαζί του.
-Καλησπέρα, κυρ-Σταμάτη! είπε μόλις είδε τον καλό του φίλο και κάθισε.
-Καλώς τον! Ετοιμάζω τα καφεδάκια μας και σου φέρνω την εφημερίδα. Θα δεις κάτι που σ' ενδιαφέρει! του απαντά εκείνος.
Κάμποσα λεπτά αργότερα επιστρέφει, με το χάλκινο δίσκο του στο ένα χέρι και την φυλλάδα στην άλλη.
-Δες εδώ τι γράφει! είπε χαμογελαστός.
-Για να δω! απάντησε ο Άγγελος και διαβάζει: Μασσαλία πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης! Αθεόφοβε! Με πήγες είκοσι χρόνια πίσω... πρόσθεσε και στο πρόσωπό του φάνηκε μια γλυκιά μελαγχολία.
-Τι νόμιζες, δε θα στο έδειχνα; Θυμάμαι όταν μου περιέγραφες αυτό το μέρος, πόσο το είχες αγαπήσει. Γιατί δεν κανονίζεις ένα ταξίδι κάποια στιγμή;
-Μπα, μεγάλωσα πια καλέ μου φίλε... απάντησε σαρκαστικά ο Άγγελος.
-Αν μεγάλωσες εσύ, τι να πω εγώ γέρος άνθρωπος!! είπε ο κυρ-Σταμάτης γελώντας.
 Δεν ήταν αυτή η πραγματική αιτία. Άλλωστε μόλις είχε κλείσει τα σαραπέντε του. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας ήταν αυτό που τον πονούσε και δεν ήθελε να επιστρέψει εκεί. Μια παλιά του πληγή...
-Α, βλέπω έχεις και τη μηχανή σου εδώ! Τράβηξες τίποτα ενδιαφέρον τελευταία; ρώτησε ο κυρ-Σταμάτης και διακόπτει προσωρινά τις σκέψεις του Άγγελου...
-Τα συνηθισμένα φίλε μου... απάντησε στωικά εκείνος. Στο μυαλό του ήρθαν εικόνες, από τη ζωή του στη Μασσαλία. Η μορφή της είχε στοιχειώσει το μυαλό του και δεν έλεγε να βγει... "Σε καλό σου κυρ-Σταμάτη, τι μου θύμισες..." έλεγε από μέσα του... Και προσποιήθηκε πως διαβάζει την εφημερίδα.
 Έλλη, ήταν τ' όνομα της. Γνωρίστηκαν, σ' ένα χορό της Ελληνικής κοινότητας του πανεπιστημίου όπου φοιτούσαν. Ο Άγγελος έκανε το μεταπτυχιακό του στην αρχιτεκτονική, ενώ εκείνη ξεκινούσε τις σπουδές της στη νομική. Από τις πρώτες τους ματιές κατάλαβαν πως θα ζούσαν έναν παράφορο έρωτα. Μικροί και άπειροι και οι δύο, παρασύρθηκαν στο πάθος τους. Κάνανε όνειρα για το μέλλον τους... Είχαν κλείσει ένα χρόνο μαζί. Όμως ένα μεσημέρι του Σεπτέμβρη, καλή ώρα όπως τώρα, η μοίρα τους έπαιξε άσχημο παιχνίδι. Η Έλλη έλαβε ένα γράμμα από τη μητέρα της, ότι ο πατέρας της αρρώστησε... Οξύ ισχαιμικό επεισόδιο, είπαν οι γιατροί... Η νεαρή κοπέλα δεν είχε άλλη επιλογή. Έπρεπε να γυρίσει πίσω και διέκοψε τις σπουδές της... Μεγάλο πλήγμα και για τους δύο. Στο μυαλό του Άγγελου, ήρθαν πάλι εκείνες οι στιγμές . Ο κυρ-Σταμάτης παρατηρεί τον φίλο του την ώρα που σερβίρει μια παρέα νεαρών και τον πλησιάζει.
-Tι έχεις, ελώου σου; Πού τρέχει ο νους σου και είσαι σκεπτικός; είπε χαμογελώντας.
 Ο Άγγελος δεν μίλησε. Το βλέμμα του είχε καρφωθεί, στο καράβι που έδενε στην προβλήτα. Ετοίμασε τη μηχανή του και αφού περπάτησε το δρόμο μπροστά από το καφενεδάκι, για να αποφύγει τους περαστικούς, βρίσκει ένα σημείο για να τραβήξει μία φωτογραφία. Μα όταν προσπάθησε να εστιάσει, ο φακός του πιάνει ένα νεαρό ζευγάρι... Αγκαλιασμένοι αρχικά κι ύστερα ένα γλυκό φιλί. Ο νεαρός άνδρας της δίνει κάτι, που έμοιαζε με βιβλίο... Η κοπέλα με τη σειρά της, του δίνει ένα μικρό δεματάκι και έπειτα αποχωρίζονται... Εκείνη έφευγε με το καράβι που μόλις είχε δέσει... Αυτό μαρτυρούσε η βαλίτσα που κρατούσε στο δεξί της χέρι...  Ο Άγγελος έμοιαζε σαν να τον είχε παγώσει ο χρόνος. Για περίπου πέντε λεπτά παρατηρούσε τη σκηνή αλλά δεν τράβηξε ποτέ τη φωτογραφία... "Όχι, δεν είναι δυνατόν" ψέλλισε...
-Κυρ-Σταμάτη κράτησε τα ρέστα, κάτι προέκυψε και πρέπει να φύγω... είπε καθώς άφηνε τα χρήματα στο τραπεζάκι όπου καθόταν και έφυγε βιαστικά για το σπίτι του. Ο κυρ-Σταμάτης έμεινε να κοιτά απορημένος αλλά κατάλαβε ότι κάτι τον είχε ταράξει...
Μέχρι να περάσει την πόρτα του σπιτιού, ο Άγγελος, ξανάφερε στο μυαλό του τον ένα χρόνο που έζησε μαζί της... Ένας δρόμος, γεμάτος όνειρα, ελπίδα, αγάπη, έρωτα, πόθο, πάθος, ηδονή, ήταν η πορεία τους... Μα δυστυχώς σύντομος... Μπήκε μέσα αλαφιασμένος. Ανέβηκε γρήγορα στον πάνω όροφο όπου είχε το σχεδιαστήριο του. Πήρε ένα μικρό κλειδί από το συρτάρι του  γραφείου του και κατευθύνθηκε προς τη βιβλιοθήκη. Ξεκλείδωσε το κάτω ντουλάπι και έβγαλε ένα ξύλινο κουτί... Για μερικά λεπτά απλά το κοιτούσε... Ώσπου το άνοιξε... Παλιές φωτογραφίες, κάμποσα γράμματα από τους δικούς του. Κάτω κάτω ένα ημερολόγιο και ένα μικρότερο κουτάκι... Η καρδιά του έγινε πέτρα... Οι σελίδες του γεμάτες Έλλη... Το μυαλό του όμως είναι στη τελευταία... Τα χέρια του έτρεμαν όταν άρχισε να τη διαβάζει...

7 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1993
 "Σήμερα είναι η χειρότερη μέρα της ζωής μου. Η ημέρα του αποχωρισμού μας. Δεν είχα κουράγιο να της πω όσα ένιωθα. Μέσα σε τρεις μέρες άλλαξαν όλα... Η καρδιά μου κόντευε να σπάσει... Κάτω στο λιμάνι μείναμε περίπου μία ώρα, μέχρι να έρθει το καράβι που θα την έπαιρνε μακρυά μου. Βλέμματα γεμάτα πόνο και αγωνία... Μια ζεστή αγκαλιά κι ένα φιλί... Η Έλλη δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη... Και τι να μου πει... Ακόμα και σ' αυτές τις στιγμές ένιωθα την αγάπη της... Όταν το καράβι άρχισε να μπαίνει στο λιμάνι σπάσαμε και οι δύο... "Φοβάμαι" μου είπε και με φίλησε... "Όλα θα πάνε καλά" της απάντησα με τρεμάμενη φωνή... Κατάφερα και αντέγραψα ετούτο εδώ το ημερολόγιο και της το έδωσα. "Ο δικός μας χρόνος" της είπα σιωπηλά... Μου χαμογέλασε μελαγχολικά και μου έδωσε ένα μικρό σταυρουδάκι από κεχριμπάρι με μεταλλικό περίβλημα. "Να σε προσέχει..." είπε θλιμμένη και με φίλησε τρυφερά... Ύστερα χάθηκε στο πλήθος...".

  Κλείνει το ημερολόγιο και παίρνει στα χέρια του, το σταυρουδάκι... Πηγαίνει στο παράθυρο που ήταν απέναντι από το λιμάνι... Είναι αργά για να κρατήσει τα δάκρυα του... Στο βάθος ένα καράβι που φεύγει... Όπως και τότε, μέσα σε λυγμούς πια, ψελλίζει τις ίδιες λέξεις... " Ότι κι αν γίνει, δε θα σε ξεχάσω ποτέ...".

 


**ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ "ΛΟΓΩ ΤΕΧΝΗΣ" 2013.

Τρίτη 15 Ιουλίου 2014

ΑΠΟΨΕ



 ...Στις σκοτεινές γωνιές του μυαλού
   Αδίστακτοι κατοικούν “δαίμονες”
   Θεριά αναθεματισμένα, δίχως οίκτο
   Η σκέψη μου- με άγνοια φόβου οπλισμένη
   Εισβάλει στη “μαύρη χώρα” τους
   Σύντομα εκείνα την περικυκλώνουν
   Μα δεν μιλούν και απλά σιωπούν

   Σαν αεράκι, ως τις άκρες του γιαλού
   Περιπλανιέμαι σε θάλασσες ατέρμονες
   Τίποτε μη μου τάξεις...έχω μάθει να απορρίπτω
   Η Ψύχη μου- κουράστηκε και ξαποσταίνει
   Κι έφτασε - θαρρώ - η ώρα τους
   Εκείνα που πληγές γίνανε και με “σκοτώνουν”
   Απόψε τα δεσμά τους να κοπούν...


Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

ANGELS AMONG US


 ...Guardians of the world
   Masters and Servants of fate
   Eternal fight rises up above
   Never stopped...up to date

   They hold a divine shield
   Wings are strong and white
   Around us a magnetic field
   A mighty force made of light

   They march every single day
   Against the powers of evil
   A single price for them to pay
   To live like common people...


Τρίτη 17 Ιουνίου 2014

ΧΑΡΜΟΛΥΠΗ

  
  -Ακόμη μια φορά εδώ
    Στο παραπέντε της οργής
    Γνώριμη μου χαρμολύπη

    Μέσα μου κι αν σε δω
    Ξανά θα μου κρυφτείς
    Και τ’όνομά σου Λήθη
          
    Κι εσύ Μοίρα, μου χαμογελάς
    Κι άλλες...να σε πιστέψω
    Ως τη στερνή φορά

    Στα μέρη που θα με πας
    Θέλω πια να γυρέψω
    Δυο μάτια καθαρά  

    Η ψυχή λυγίζει και ξεσπά
    Στα σκαλιά της άρνησης
    Και στης αλήθειας-το ψέμα

    Κάθε δάκρυ που σκορπά
    Άρωμα μιας ανάμνησης
    Και μιας πληγής το αίμα-


Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

ΠΑΡΑΝΟΙΑ

    

   "Κόρη τυφλή που περιφέρεσαι
    Ανάμεσα στους θνητούς
    Τι είναι αυτό που σε κινεί
    Τι είναι αυτό που σε ορίζει
    Γιατί να υπάρχεις
    Και σαν τη κατάρα τριγυρνάς...
               
    Μες το μυαλό σαν μπεις
    Της αράχνης ιστός απλώνεται
    Αλυσίδες περνάς στη Ψυχή 
    -Τυφλώνεται-
    Κι ύστερα το σώμα ακολουθεί
    -Νεκρώνεται-

    Παράνοια που στα σοκάκια της ζωής
    Σε βλέπω κάπου κάπου
    Μέσα μου κι αν προσπαθήσεις να κρυφτείς
    Θα γκρεμίσω τα τείχη του θανάτου
    Τη Ψυχή μου ποτέ δεν θα δεις..."


Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

ΕΞΟΡΙΣΤΟΙ


" Ίχνη ζωής στο λευκό και απέραντο. Μόνο σκέψεις και σιωπή. Σαν αόρατο κελί ετούτη η "φυλακή". Ψυχές και σώματα...εξόριστοι. Νιώθεις ότι "κατοικούν" ή περιφέρονται κι άλλοι εκεί, αλλά δεν βλέπεις κανέναν. Είσαι μόνος από την πρώτη στιγμή που θα "περπατήσεις" εδώ. Ίσως και ν’ακούσεις δυο γνώριμους ψιθύρους... "Σε νιώθω"... " Σε καταλαβαίνω"... Μα μη δώσεις σημασία. Στα δικά τους μάτια κυριαρχεί το μαύρο, μα στα δικά σου το λευκό. Υπάρχουν λόγοι που βρίσκεσαι εδώ και μόνο εσύ τους ξέρεις. Μη ψάξεις για στήριγμα σε τρίτους. Μέσα σου υπάρχουν οι απαντήσεις. Κι όταν αρχίσουν τα -γιατί;- να πέφτουν βροχή, μη βιαστείς να κατηγορήσεις εκείνα που πέρασαν και χάθηκαν. Ξεκίνα από τις επιλογές σου... Τι σε οδήγησε εδώ... Προσπαθείς μάταια να δεις τριγύρω τι υπάρχει. Κανείς... Έφτασε η ώρα. Απολογισμός... "Χαμένη πίστη και αυτοπεποίθηση" τα εύκολα λόγια... "Πληγώθηκα "..."Με κορόιδεψαν"... Όχι, όχι... Μια φωνή βαθιά στο κεφάλι σου κάτι λέει... Άκουσε την προσεκτικά... "Εσύ φταις"... Μη σε πιάνει πανικός... ΝΑΙ εσύ φταις πρώτα απ’ολους. Υποχωρούσες ανεξέλεγκτα... Στα θέλω σου, στα πάθη σου, στους άλλους. Και εκείνο το σαράκι που πολλοί επικαλούνται -ο εγωισμός- που ήταν όταν έπρεπε να τον βγάλεις μπροστά; Ναι λοιπόν. Δεν φταίνε οι άλλοι που δε σε μάθανε, αλλά εσύ που δεν έμαθες ακόμη τον εαυτό σου. Γι’αυτό μέσα σου κυριαρχεί έντονα και επίμονα η ίδια σκέψη καιρό τώρα. "Νιώθω μόνος". Λογικό είναι να νιώθεις έτσι. Επικαλέστηκες την αγάπη τόσες και τόσες φορές κι αναρωτιέμαι... αν αγάπησες εσένα ποτέ. Μάλλον όχι όσο θα έπρεπε... Σ’αυτή την "εξορία" που περιπλανιέσαι καιρό τώρα, είσαι εσύ κι ο εαυτός σου. Μη ψάχνεις μάταια για άλλους. Πάλεψε τις Ερινύες στο μυαλό σου και βγες πιο δυνατός. Δεν θα βρεις όλες τις απαντήσεις, μα όσες ανακαλύψεις θα είναι αρκετές για να βγεις από εδώ. Μα μην πιστέψεις ποτέ πως δεν θα ξαναβρεθείς στην ίδια θέση. Έτσι είναι η ζωή άλλωστε. Μονά ζυγά... Η απομόνωση από επιλογή είναι προσωρινή. Η απομόνωση που σου επιβάλλουν είναι αιώνια. Όλοι μας λίγο πολύ έχουμε βρεθεί σε αυτή τη θέση. Ζούμε μέσα σε μια αόρατη φυλακή. Άλλοι τη βάφτισαν κατάθλιψη... Άλλοι άγχος και στρες... Δεν έχει σημασία πως και τι. Σημασία έχει πως περνώντας αυτό το στάδιο μόνο πιο δυνατός μπορείς να βγεις. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο στοίχημα για σένα, για μένα, για τον καθένα. Αλλιώς μέσα στα μονοπάτια της ζωής θα υπάρχουν μόνο... "εξόριστοι".


Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Ο ΞΕΝΟΣ


     ...Άνθρωπος περίεργος και απόμακρος
     Περιπλανιέται μόνος, με τα μαύρα ρούχα του
     Στα σοκάκια τις νύχτες, με σκυμμένο κεφάλι

     Όσοι είδαν το πρόσωπό του, ένιωσαν φόβο
     Το παγερό του βλέμμα σφίγγει τις καρδιές
     Μα δεν πείραξε ποτέ κανέναν

     Άλλοι είπαν πως κάποια “πληγή” τον τυραννά
     Κάποιοι ,πως είναι πλάσμα άλλου κόσμου
     Μα αν τον παρατηρήσεις, θα καταλάβεις

     Δεν είναι ότι έχασε τον δρόμο του
     Ούτε πως έχει φθαρεί η Ψυχή του
     Απλά είναι μπερδεμένος και με γοργό το βήμα

     Ίσως και να τον ξάφνιασε η Μοίρα
     Σαν να έχουν αλλάξει όλοι γύρω του
     Και ψάχνει κάτι γνώριμο

     Απόψε είδα τα μάτια του κι εγώ
     Και ένιωσα μια οικειότητα πρωτόγνωρη
     Μα δεν πρόλαβα να του μιλήσω

     Ξέρω πως θα τον συναντήσω πάλι
     Διότι εκεί που περπατώ κι εγώ τα βράδια
     Μόνο σκυφτοί διαβαίνουν

     Κι όταν κοιτάξω μέσα στον καθρέφτη
     Θα έρθει και η παραδοχή
     Πόσο σου μοιάζω Ξένε...


Κυριακή 13 Απριλίου 2014

TΟ ΓΡΑΜΜΑ


 "Ήταν λίγο μετά τις οκτώ το πρωί, όταν ήχησε το κουδούνι της πόρτας. Η κυρία Φωτεινή, την ανοίγει σιγά σιγά και στο κατώφλι του σπιτιού της βλέπει τον Σταμάτη, τον ταχυδρόμο της γειτονιάς. Ευγενικός πάντα εκείνος μαζί της και χαμογελαστός. Σήμερα ειδικά είχε έναν επιπλέον λόγο.
-Καλημέρα κυρία Φωτεινή και καλή εβδομάδα να έχουμε! 
-Καλημέρα Σταμάτη. Επίσης. Γιατί τόσο νωρίς; Τι μας έχεις; τον ρωτά απορημένη.
-Γράμμα για την κόρη σου! Από τον Σταύρο είναι! 
-Αλήθεια μου λες Σταμάτη; Επιτέλους κι ένα ευχάριστο νέο. Θα χαρεί πολύ το βλαστάρι μου, απαντά η Φωτεινή εμφανώς συγκινημένη. 
- Ναι! Παρασκευή βράδυ το παραλάβαμε. Αν ήταν στο χέρι μου θα σας το έφερνα αμέσως. Θα πάρει μεγάλη χαρά, η Δέσποινα είμαι σίγουρος! Αλλά να μη σε καθυστερώ άλλο. Να ειδοποιήσεις την κόρη σου! Μόνο μία υπογραφούλα εδώ θέλω, λέει ο Σταμάτης. 
  Της δίνει το στυλό και η κυρία Φωτεινή υπογράφει. Τη συγκίνηση της, διαδέχτηκε ένα χαμόγελο. Αποχαιρετά τον ταχυδρόμο και κατευθύνεται στο σαλονάκι του σπιτιού. "Το καμάρι μου θα πάρει μεγάλη χαρά. Δέκα μέρες τώρα δεν είχε νέα του, λόγω καιρού. Να τελειώσει το μαρτύριο τους γρήγορα και να πάνε όλα καλά..." μονολογούσε. Σηκώνει δίχως να χάσει στιγμή το ακουστικό του τηλεφώνου για να καλέσει την κόρη της. Από νωρίς το πρωί είχε πάρει τους δρόμους η Δέσποινα. Πρόσφατα έμεινε άνεργη και έψαχνε απεγνωσμένα για δουλειά. Ο Σταύρος, ο καλός της, ήταν ναυτικός. Δεν ήταν η αρχική του επιλογή, αλλά η έσχατη λύση. "Θύμα" κι εκείνος της οικονομικής κρίσης. Όταν μπάρκαρε είχαν μόλις ένα μήνα αρραβωνιασμένοι. Τα χρήματα που θα έβγαζε ήταν αρκετά για να πιάσουν ένα σπίτι μαζί. Συμφώνησε η Δέσποινα να φύγει, αν και ήξερε το Γολγοθά που θα περνούσαν. Εννέα ολόκληρους μήνες, μόνο τηλέφωνα και γράμματα...
-Έλα μαμά μου, πήρε κανείς στο σπίτι για δουλειά; είπε η Δέσποινα μόλις απάντησε στην κλήση της μητέρας της. Η μόνη της έννοια ήταν αυτό εκείνη τη στιγμή.
-Όχι καλή μου, κάτι καλύτερο! Ήρθε γράμμα από τον Σταύρο! Έλα σπίτι όσο πιο γρήγορα μπορείς! απαντά η μητέρα της. Η Δέσποινα έκλεισε βιαστικά το τηλέφωνό της. Ήταν τόση η λαχτάρα να διαβάσει τα λόγια του αγαπημένου της, που άρχισε να τρέχει προς το σπίτι. Της είχε πει ο Σταύρος την τελευταία φορά που μίλησε μαζί του, πως μπροστά τους είχαν κακοκαιρία δύο εβδομάδων. Είχε ανησυχήσει γιατί δεν είχε νέα του. Μόλις μπήκε στο σπίτι είδε το φάκελο πάνω στο μικρό τραπεζάκι του τηλεφώνου. Η μητέρα της, την κοίταξε χαμογελώντας αλλά δε μίλησε. Δεν έχασε στιγμή. Παίρνει το γράμμα και κάθεται δίπλα της. Ανοίγει το φάκελο και αρχίζει να διαβάζει:

"Αγαπημένη μου,
 Τη στιγμή που θα διαβάζεις αυτό το γράμμα, θα έχουμε περάσει τη Γη του Πυρός. Δυστυχώς οι φόβοι του καπετάνιου επιβεβαιώθηκαν. Μπροστά μας βρήκαμε πολύ άσχημο καιρό και αυτό μας ανάγκασε να πλέουμε για πέντε μέρες ανοιχτά των νήσων Φώκλαντ. Εκμεταλλεύτηκα το γεγονός και βρήκα το χρόνο να σου γράψω. Χτες καλυτέρεψε λίγο η κατάσταση και τα δεδομένα του δορυφόρου ήταν ενθαρρυντικά στο να συνεχίσουμε την πορεία μας. Σε περίπου μια εβδομάδα, αν όλα πάνε καλά, θα περάσουμε τον Πορθμό του Μαγγελάνου. Ελπίζω να ανοίξει ο καιρός και να καταφέρω να επικοινωνήσω μαζί σου μέσω δορυφόρου. Είμαι καλά στη υγεία μου, αν εξαιρέσεις ένα μικρό κρυολόγημα. Φυσιολογικό όμως με την υγρασία του πλοίου. Οι συνάδελφοι μου είναι πολύ καλοί και συνεργάσιμοι. Όλοι κοντά στην ηλικία μου. Έκανα και μία γνωριμία που μπορεί να μας φανεί χρήσιμη για δουλειά, όταν επιστρέψω στην πατρίδα. Αυτά όμως θα τα συζητήσουμε από κοντά. Είμαι καλά και αυτό ελπίζω να σε ηρεμήσει. Ξέρω ότι περνάς το ίδιο δύσκολα, όπως κι εγώ. Ξέρω ότι πονάς μέσα σου, όπως κι εγώ. Ξέρω ότι κάνεις υπομονή για την αγάπη μας, όπως κι εγώ. Το να διαβάσεις ένα "σ'ευχαριστώ" σε μια κόλλα χαρτί, δε θα σου δείξει την ευγνωμοσύνη που νιώθω μέσα μου για σένα. Είσαι πολύ δυνατή και μου δίνεις και εμένα δύναμη. Ήταν μια δύσκολη απόφαση αλλά την πήραμε από κοινού. Όταν σου είχα πρωτοπεί γι' αυτό το ταξίδι δεν ήμουν σίγουρος αν το ήθελα. Στο βλέμμα σου όμως είδα την κατανόηση. Δεν έχω μετανιώσει... Ίσως να ήταν και η ευκαιρία μας εκείνη τη στιγμή. Στην πατρίδα τα πράγματα είναι πολύ άσχημα. Το βιώσαμε και οι δυο μας αυτό. Τα χρήματα που θα έχουμε στην άκρη θα είναι αρκετά για να κάνουμε το επόμενο μας βήμα. Ένα σπίτι όπως το συμφωνήσαμε και το ονειρευόμαστε... Ξέρω πως και οι δικοί μας θα χαρούν να μας δουν να προχωράμε. Θυσιάσαμε χρόνο μαζί τώρα...για να έχουμε αργότερα... Δε θα κρύψω τα συναισθήματα μου, αν και τα νιώθεις είμαι σίγουρος. Μου λείπεις από την πρώτη μέρα που έφυγα από το λιμάνι του Πειραιά... Κάθε νύχτα κοιτούσα τη φωτογραφία σου και σου ψιθύριζα το αγαπημένο σου τραγούδι... Το τραγούδι μας... Έτσι με τον τρόπο μου, σ'έφερνα κοντά μου... Στο μυαλό μου, όλες οι ωραίες μας στιγμές. Το χαμόγελο σου, η αγκαλιά σου, το φιλί σου... Έχω πιάσει τον εαυτό μου να μελαγχολώ, δε στο κρύβω... Αξίζει όλο αυτό; αναρωτήθηκα πολλές φορές. Μα όλες τις ανασφάλειες, που μου βγήκαν αυτό το διάστημα, της έσβησε η αγάπη σου. Δεν ξέρω το μέλλον τι θα μας φέρει. Θέλω να κάνω τα πάντα για να το ζήσω όμως μαζί σου. Αυτή τη στιγμή υποφέρουμε και οι δυο μας αλλά η ανταμοιβή θα είναι το μετά.. Άλλος ένας μήνας έμεινε... Σκέψου τις στιγμές που θα'ρθουν. Το σπίτι μας... Τη χαρά που θα πάρει και η μητέρα σου... Έχει περάσει και εκείνη πολλά... Αγωνιά για εμάς... Αυτά σκέφτομαι και παίρνω κουράγιο αγάπη μου... Τις χαρές μας... Μας αξίζει η ευτυχία... Σου υποσχέθηκα όταν έφευγα, πως δε θα ξαναζήσεις κάτι τέτοιο. Η αλήθεια είναι πως μου έγινε πρόταση για νέο ταξίδι αλλά την απέρριψα αμέσως. Η κρίση μας επηρέασε όλους, μα τον έρωτα μας δε θα τον στερηθούμε για τα χρήματα... Θα παλέψουμε και θα τα καταφέρουμε. Την αγάπη σου και την υγεία μου να έχω και όλα θα γίνουν όπως πρέπει... Θα μπορούσα να γράφω για μέρες αυτά που έχω μέσα μου... Γι' αυτά που θέλουμε και οι δύο... Δυστυχώς όμως έχω μόνο τρεις ώρες στη διάθεσή μου, μέχρι να ξεμπαρκάρουμε. Ανυπομονώ να ακούσω ξανά τη φωνή σου. Το γέλιο σου... Είσαι η ζωή μου Δέσποινα. Εύχομαι μέσα από την καρδιά μου να είναι η τελευταία φορά που στερείται ο ένας τον άλλον... Ξέρεις ότι με τα λόγια και τις υποσχέσεις δεν τα πηγαίνω καλά... Αλλά με όλη μου την ψυχή θέλω να σε κάνω ευτυχισμένη... Θα κάνω τα πάντα γι' αυτό... Τα χρήματα είναι το μόνο εμπόδιο... Θα περάσει όμως κι αυτή η μπόρα... Θέληση και πίστη να έχουμε... Να με σκέφτεσαι και να χαμογελάς... Λίγη υπομονή ακόμη αγάπη μου... Σ' ευχαριστώ που ήρθες στη ζωή μου και την ομόρφυνες... 
                                                                                  Σε φιλώ και σ' αγαπώ... Ο Σταύρος σου
Η Δέσποινα δακρυσμένη διπλώνει το γράμμα και το ξαναβάζει μέσα στο φάκελο.... Η μητέρα της συγκινημένη κι αυτή, της λέει δυο λόγια από καρδιάς:
-Κόρη μου, αγαπιέστε δυνατά και αυτό είναι το μεγαλύτερο εφόδιο. Έτσι ξεκινήσαμε κι εμείς με τον πατέρα σου. Από το μηδέν... Οι δυσκολίες πολλές, μα δεν το βάλαμε ποτέ κάτω. Στο εργοστάσιο δουλεύαμε και λίγο λίγο κάναμε τις οικονομίες μας και παντρευτήκαμε. Πέρασαν οκτώ μήνες σχεδόν. Μεγάλη δοκιμασία και για τους δυο σας, αλλά θα τα καταφέρετε είμαι σίγουρη. Εγώ και οι γονείς του, θα σας στηρίξουμε και το γνωρίζετε και οι δυο σας αυτό... Μακάρι να ζούσε ο πατέρας σου ,να σε καμάρωνε...
  Η Δέσποινα αγκάλιασε τη μητέρα της και ξέσπασε σε κλάμματα. Από τη μία, η ανακούφιση ότι είχε επιτέλους νέα του, από την άλλη η λαχτάρα να τον έχει σύντομα κοντά της. Πάλεψαν και κέρδισαν την πρώτη μεγάλη μάχη... Ήταν και ένιωθε δυνατή μέσα της. Ο χρόνος ήταν το δύσκολο κομμάτι και αυτό που πραγματικά την τρόμαζε. Λίγη ώρα μετά, όταν πια είχε ηρεμήσει, ξεκίνησε να ετοιμάζει το μεσημεριανό φαγητό μαζί με τη μητέρα της. Κι όταν ξεκίνησαν να στρώνουν το τραπέζι, ο ήχος του τηλεφώνου τις διέκοψε. Η Δέσποινα έτρεξε να σηκώσει το ακουστικό...
-Εμπρός! είπε με δυνατή φωνή...
-Καλησπέρα σας. Είστε η κυρία Δέσποινα Γρηγοριάδη; ρωτά μία γυναικεία φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής.
-Ναι, η ίδια. Ποιος είναι παρακαλώ; απάντησε η Δέσποινα.
-Κυρία Γρηγοριάδη, σας καλώ από τα γραφεία της ναυτιλιακής εταιρείας, όπου υποβάλλατε το βιογραφικό σας. Έχετε επιλεγεί, με βάση τα προσόντα σας και την προϋπηρεσία σας, να περάσετε από συνέντευξη για τη θέση υπευθύνου στο εμπορικό τμήμα. Στη συνέχεια θα εργαστείτε δοκιμαστικά στη θέση αυτή και την ερχόμενη εβδομάδα θα σας ανακοινωθεί αν έχετε προσληφθεί ή όχι. Αύριο στις εννέα το πρωί είναι το ραντεβού μας.
-Ναι, βεβαίως βεβαίως!! απάντησε με χαρά η Δέσποινα. Σας ευχαριστώ πολύ! Αύριο στις εννέα θα είμαι εκεί! 
-Σας περιμένουμε αύριο το πρωί λοιπόν. Καλή σας ημέρα!
  Κλείνει το τηλέφωνο και το χαμόγελο της μητέρας της, διαδέχθηκε το δικό της... Ήταν ξεκάθαρο πια... Στην αρχή το γράμμα και έπειτα μία ευκαιρία για δουλειά... Ήταν η επιβεβαίωση, για ακόμη μία φορά του ''άγραφου" νόμου... Όταν κάτι το θέλεις πολύ και το κυνηγάς, το σύμπαν συνωμοτεί για να το πετύχεις..."                 
    
*ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ "Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ".
                                               

Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

ΣΤΙΛΒΗ


  Στων ματιών σου τη χώρα,
ανέτειλε φεγγάρι.
  Ο στεναγμός, αεράκι απαλό, 
στης ψυχής σου τα στενά.
  -Σκοτάδι-

  Στων χειλιών σου την άγονη γη, 
ένα δάκρυ έχει φωλιάσει.
  Aπό την καρδιά σου αναδύονται,
μελωδίες μελαγχολικές.
  -Βροχή-

  Στων βημάτων σου, τον κύκλο,
απομεινάρια μιας υπόσχεσης συναντάς.
  Μια φωνή μέσα σου, συγχώρεση ζητά,
στέκεσαι μπρος στον καθρέφτη.
  -Σιωπή-

   Στης ανάσας σου το χτύποπληγές μετράς,
θολώνει -η λήθη- το είδωλό σου.
   Τρεμοπαίζουν τ’αστέρια που θωρείς,
κι απόψε σου μοιάζουν.
   -Στίλβη-
              

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Η ΜΕΛΩΔΙΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ


    -Στη χαμένη νιότη-

   "Κάποτε ψυχή μου, θύμιζες
    Κάτι παλιά αρχοντικά
    Με λουλούδια στολισμένο
    Παιδικές φωνές και γέλια των μεγάλων
    Που το έντυσαν με αναμνήσεις και χρώματα
    Στο μεγάλο σαλόνι
    Απ’ τα παραθύρια σου  
    Τραγούδια της εποχής
    Σκορπούσαν στη γειτονιά

    Μα τα χρόνια περάσαν
    Και κοίτα πως άλλαξες
    Ξεθώριασαν τα χρώματα στους τοίχους
    Χορταριάσανε οι μνήμες
    Οι φωνές των παιδιών δεν κατοικούν πια εδώ
    Το σαλόνι σου επιβλητικό, όπως τότε, μα άδειο
    Η μουσική του έχει πεθάνει
    Τα παραθύρια κλειστά
    Τίποτα δεν έχει απομείνει
    Μόνο εκείνο το κρύο αεράκι που σε διαπερνά
    Καιρό τώρα...
    Η μελωδία της σιωπής..."

           

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

ΔΙΑΜΑΝΤΙΑ


"Ορυχείο είν' θαρρείς τα μάτια σου
 Kαι μέσα του αναβλύζουν διαμάντια
 Που κύλισαν απόψε
 Στις πλαγιές του προσώπου σου

 Φιλί που σε λύτρωσε
 Και τα ανέδειξε μέσα απ'το χώμα
 Λάφυρα στο σώμα
 Μιας "μάχης που τελείωσε..."

Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014

Η ΑΦΙΞΗ


"Μια φορά κι έναν καιρό, 
οι σκέψεις κάναν "επανάσταση" 
και σαν ελεύθερα πουλιά πετάξαν μακρυά, 
απ'τη "φυλακή" του μυαλού. 
Αφού περιπλανήθηκαν από σελίδα σε σελίδα, 
λέξη λέξη χτίσαν τη χώρα του ονείρου. 
Τόπος μακρινός, πέρα απ' της φαντασίας τα μέρη. 
Ανήμπορος να τις ακολουθήσω, περίμενα καρτερικά την "άφιξη" τους... 
Και να, που με το πέρας των χρόνων, φάνηκαν ξανά μπροστά μου..."